Δευτέρα 28 Μαΐου 2012

Οι εργολάβοι της ηθικής


                       

ΤΗΣ ΣΟΦΙΑΣ ΒΙΔΑΛΗ* αναπλ καθ  Εγκληματολογίας και Αντεγκληματικής Πολιτικής, ΔΠΘ
: 27/05/2012

Η πορνεία χρησιμοποιείται, ξανά, ως φόβητρο με αφορμή το AIDS, ως υποθήκη παρέμβασης της κυβέρνησης της επόμενης μέρας των εκλογών, συμβάλλοντας στην ολοκλήρωση της αποψίλωσης του κέντρου της Αθήνας από ένα μη ωφέλιμο πια κοινωνικό περιθώριο, καθώς η ίδια η αγορά της πορνείας αλλάζει.
 Η πρόσφατη ειδησεογραφία σχετικά με τις εκδιδόμενες οροθετικές γυναίκες ολοκληρώνει την πολιτική φόβου και κοινωνικού ρατσισμού που ήδη κυριαρχεί ως περίπου «δημόσια πολιτική».
Εδώ και χρόνια, στο όνομα μιας "κοινωνικής καθαρότητας" και μιας απροσδιόριστης έννοιας "κοινωνικής ευταξίας", που ανακαλεί στη μνήμη ολοκληρωτικές ιδεολογίες και πρακτικές, άνθρωποι, πληθυσμιακές ομάδες και επαγγελματικές κατηγορίες διαπομπεύονται και η παρουσία τους και μόνον στον δημόσιο χώρο θεωρείται απειλή ή έγκλημα. Δεν πρόκειται βέβαια για νέο φαινόμενο. Στην ιστορία των τελευταίων αιώνων, κάθε κοινωνικό καθεστώς σε κρίση, επιδιώκοντας διαταξικού και ετερόκλητου χαρακτήρα συναινέσεις ή ανοχές, στρεφόταν εναντίον συγκεκριμένων (πάντα) κατηγοριών πληθυσμού, που τις ταύτιζε με "αδιαμφισβήτητες" κοινωνικές απειλές και κινδύνους.
Από τον 19ο αιώνα έως σήμερα, στην ιστορία του εγκληματικού ζητήματος και του ποινικού φαινομένου ο έλεγχος του πληθυσμού συμβάδισε με τη δημιουργία συλλογικών φόβων και "κοινωνικών κατασκευών" του επικίνδυνου: ληστές, γυναίκες, μαύροι, εκδιδόμενες, μετανάστες, μουσικοί, νέοι και πόρνες, τεντυμπόυδες και κουκουλοφόροι, εντάσσονταν πάντα σε συγκεκριμένης ιδεολογικής κατεύθυνσης πολιτικές που κρύβονταν πίσω από ιδεολογήματα επιστημονικής ουδετερότητας. Στην πραγματικότητα, επρόκειτο για πολιτκές που στιγμάτιζαν ή εξάλειφαν από τον 'ελεύθερο κόσμο" συγκεκριμένους πληθυσμούς φτωχών ανθρώπων ή ενοχλητικών μεσοαστών. Αυτοί αποτελούσαν το κοινωνικό πρόσχημα για την επιβολή κατασταλτικών μέτρων που νομιμοποιούνταν πολιτικά και ηθικά είτε ως "θεραπεία", καθώς κάθε τι αποκλίνον θεωρείται άρρωστο, είτε ως "σωφρονισμός".
Όσοι ασχολούμαστε με αυτά τα ζητήματα, είδαμε κατά την τελευταία δεκαετία να "περνάει από μπροστά μας" σε συντετμημένο χρόνο όλη η ιστορία της εγκληματολογίας και του ποινικού φαινομένου και να αναπαράγονται οι ίδιες απειλές με τον ίδιο τρόπο, που αυτά τα ζητήματα ήδη αναπαράγονταν εδώ και δυο αιώνες. Διότι μπορεί το έγκλημα να είναι παλιά υπόθεση, όμως το έγκλημα ως δημόσιο πρόβλημα και ως αντικείμενο δημόσιων πολιτικών που στοχεύουν στην κοινωνική συναίνεση και στην κοινωνική αναπαραγωγή ιδεατών "τύπων" εργαζόμενων είναι υπόθεση συναρτημένη με την καπιταλιστική ολοκλήρωση και τους μετασχηματισμούς του καπιταλισμού.
Γι' αυτό και σήμερα, στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, το εγκληματικό ζήτημα αποκτά ξανά κρίσιμο ρόλο, καθώς η αντεγκληματική πολιτική μετατρέπεται σε μέθοδο κοινωνικής αναπαραγωγής στο πλαίσιο της οικονομίας της ελεύθερης αγοράς. Αυτή τη ροή πραγμάτων δεν ακολουθεί όμως μόνο η νόμιμη αγορά, αλλά και η παράνομη: η κοινωνική αναδιάταξη και αναδιάρθρωση των κοινωνικών σχέσεων, που φέρνει μαζί του ο "καπιταλισμός καζίνο", δεν αφορά μόνον τη νομιμότητα αλλά και την παρανομία και τις σχέσεις μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας.
Η πορνεία λοιπόν -το αρχαιότερο επάγγελμα του κόσμου, όπως λένε οι άνδρες- εντάχθηκε σε αυτό το πλαίσιο. Χρησιμοποιήθηκε, ξανά, ως φόβητρο με αφορμή το AIDS, ως υποθήκη παρέμβασης της κυβέρνησης της επόμενης μέρας των εκλογών, συμβάλλοντας στην ολοκλήρωση της αποψίλωσης του κέντρου της Αθήνας από ένα μη ωφέλιμο πια κοινωνικό περιθώριο, μια που η ίδια η αγορά της πορνείας αλλάζει και ήδη μετατοπίζεται προς το Γκάζι, στον δρόμο και στα σπίτια με τα ροζ "νέον" φώτα. Προβάλλοντας λοιπόν το AIDS ως απειλή, αποδυναμώνονται οι αντιδράσεις για τη δημοσιοποίηση των φωτογραφιών των εκδιδομένων γυναικών: η απειλή της υγείας της ζωής αόριστου αριθμού ανθρώπων λειτουργεί ως αφοπλιστικό επιχείρημα. Αποδυναμώνονται επίσης συνολικότερα και οι προοπτικές κοινωνικής προστασίας αυτών των ανθρώπων.
Ωστόσο, αυτή ακριβώς η υπόθεση αποκαλύπτει τον πολιτικό και κοινωνικό συντηρητισμό και βασικά την εχθρότητα απέναντι στην έννοια της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου, που υποκρύπτεται πίσω από τα επιχειρήματα των "εργολάβων ηθικής" που "αγωνιούν" για το έγκλημα και την τάξη στο κέντρο της Αθήνας.
Συγκεκριμένα, τώρα βλέπουμε ότι το κοινωνικό μίσος εναντίον των μεταναστών, που θεωρήθηκαν ως μόνοι υπαίτιοι για την εξαθλίωση στο κέντρο της πόλης, καλλιεργήθηκε κρύβοντας την επέκταση της κοινωνικής εξαθλίωσης των νέων Ελλήνων. Διαπιστώνουμε επίσης, ότι η απομάκρυνση του κέντρου υποκατάστασης του ΟΚΑΝΑ από το κέντρο της Αθήνας δεν έλυσε κανένα πρόβλημα στην περιοχή και, κυρίως, ούτε αυτό των ναρκωτικών. Επιπλέον τώρα αποδεικνύεται ξανά ότι οι πληθυσμοί που διώκονται και στιγματίζονται "προνομιακά", ταυτιζόμενοι με τον δημόσιο κίνδυνο, είναι εκείνοι που ζουν κάτω και από το ελάχιστο όριο φτώχειας ακόμα και του άνεργου και του ανειδίκευτου εργαζόμενου, δηλαδή οι τελείως ανυπεράσπιστοι: αυτοί αποτελούν τον στόχο των δημόσιων κατασταλτικών πολιτικών σε καιρούς κρίσης. Όμως, όταν μια κοινωνία αναθέτει την επίλυση του κοινωνικού ζητήματος στην αστυνομία, τότε είναι σαφές ότι προκαλεί πόλεμο φτωχών (καθώς οι αστυνομικοί δεν είναι πλούσιοι) εναντίον φτωχών. Και αυτή είναι η επίσημη πολιτική σήμερα.
Αλλά υπάρχουν και ορισμένα ζητήματα "τεχνικού τύπου" που χρήζουν προσοχής.
Για τη διευκόλυνση της συζήτησης δεν θα θέσω το θέμα της δημοσιοποίησης των στοιχείων των εκδιδομένων οροθετικών γυναικών, αλλά μόνον ορισμένα ερωτήματα και διαπιστώσεις.
- Είναι λογικό να μην δημοσιοποιούνται στοιχεία των ιδιοκτητών των οικημάτων "φιλοξενίας" παράνομα εκδιδομένων, αλλά να δημοσιοποιούνται εκείνα των "φιλοξενούμενων"; Διότι εάν "δείχνουν" τους μεν, είναι παράλογο να μην ξέρουμε και τους δε.
- Η δίωξη της παράνομης πορνείας και η εκκαθάριση του κέντρου δεν σημαίνει την εξάλειψη των φαινομένων αυτών, αλλά απλώς μια χωρική μετάθεση του προβλήματος. Ποιο είναι, επομένως, το κύριο διακύβευμα; Η προστασία της υγείας του πληθυσμού η ή εκκαθάριση του κέντρου της Αθήνας για τους λόγους που προανέφερα;
- Η πορνεία δεν αποτελεί, τουλάχιστον στην Ελλάδα, αυτό-απασχόληση: οι άνθρωποι που εργάζονται γύρω από την εκδιδόμενη και την "υποστηρίζουν" στον οίκο ανοχής ή την ελέγχουν στον δρόμο ή την προάγουν στην πορνεία παραμένουν στην αφάνεια σε σχέση με οποιαδήποτε δημοσιότητα.
- Επίσης, η μεταρρύθμιση της νομοθεσίας για τη ρύθμιση της λειτουργίας των οίκων ανοχής, αλλά και της πορνείας του πεζοδρομίου, όποτε έρχεται στο προσκήνιο, μάλλον γίνεται αντικείμενο ηθικολογικής ρητορικής -εντός και εκτός Κοινοβουλίου- παρά επίλυσης του ζητήματος. Έτσι, η παράνομη πορνεία ανθεί σε βάρος της νόμιμης.
- Στην Αθήνα δεν εκδίδονται μόνον γυναίκες αλλά και άνδρες - νεαρά αγόρια, που η ίδια η κ. Α. Βαγενά έχει, αν δεν κάνω λάθος, καταγγείλει κατ" επανάληψη. Γιατί, επομένως, περιορίζεται η συζήτηση στις γυναίκες;
- Όπως διαπιστώνεται, η πλειονότητα των γυναικών αυτών, εκτός από οροθετικές, είναι και τοξικοεξαρτημένες. Εδώ όμως ανοίγει μια άλλη συζήτηση σχετικά με την αγορά ναρκωτικών. Οι τοξικοεξαρτημένοι είναι σαφείς ως προς αυτό: όταν φτάσεις στον δρόμο ως εξαρτημένος -και δρόμος σημαίνει Ομόνοια και πέριξ-, έχεις συγκεκριμένες επιλογές: ή θα κλέψεις ή θα πουλήσεις ναρκωτικά ο ίδιος ή θα βγεις στην πορνεία.
Είναι επίσης γνωστό ότι κυρίως γυναίκες εξαναγκάζονται να βγουν στην πορνεία για να πάρουν τη δόση τους και κάποτε ή συχνά πληρώνονται σε είδος: η αγορά ναρκωτικών, επομένως, όχι μόνον ευνοεί την πορνεία, αλλά αναπτύσσεται μέσα από αυτήν.
Έτσι, δεν έχει σημασία πόσους θα πιάσει η αστυνομία σήμερα, καθώς αυτοί είναι τα αναλώσιμα μέρη ενός συστήματος διανομής που λειτουργεί ως πολυκατάστημα και ως πολυεθνική. Επομένως, ο περιορισμός της συζήτησης μόνον στη διαπίστωση ότι υπάρχουν πολλοί παράνομοι οίκοι ανοχής (όπως και η παλαιότερη ανάλογή της ότι υπάρχουν πολλά καλάσνικωφ στην αγορά) μετατρέπει τους κυβερνώντες και υπεύθυνους σε δημόσιους σχολιαστές, παρακάμπτοντας το γεγονός ότι ο ρόλος του δημόσιου υπεύθυνου δεν είναι να σχολιάζει, αλλά να καταστρώνει πολιτικές με άξονα το Σύνταγμα, την κοινωνική ειρήνη και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Τέλος, προκύπτει κάτι ακόμα. Ότι αυτή η συζήτηση αφήνει στο απυρόβλητο την ίδια την αγορά παρανόμων υπηρεσιών και προϊόντων, αλλά και τους πραγματικούς διαχειριστές της: δηλαδή το οργανωμένο έγκλημα.
Η ελληνική κοινωνία είναι υποχρεωμένη να κάνει πια μία κρίσιμη επιλογή: να αποφασίσει εάν θέλει να συνεχίσει να ζει ως κοινωνία ή εάν θα ακολουθήσει τον δρόμο κοινωνικού μίσους που έντεχνα καλλιεργείται εδώ και καιρό ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες. Και αυτή είναι μια επιλογή που υπερβαίνει την παρούσα πολιτική επικαιρότητα, καθώς αποτελεί το ουσιαστικό διακύβευμα της επόμενης μέρας.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου