Σάββατο 21 Απριλίου 2012

Ο ΦΕΤΙΧΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩ του Ευκλείδη Τσακαλώτου 20.08.2011


στείλτε τα σχόλιά σας στο
sd@spitha-kap.gr

Η θέση για την έξοδο από το ευρώ, πολύ συχνά σε συνδυασμό με αυτή της στάσης πληρωμών, έχει διατυπωθεί με διάφορα επιχειρήματα. Σε επόμενο άρθρο θα ασχοληθώ με το θέμα της στάσης πληρωμών και τη σύγκριση του κόστους και του οφέλους μιας τέτοιας επιλογής για την οικονομία, αλλά και για τη στρατηγική της Aριστεράς. Εδώ θα περιοριστώ στα επιχειρήματα υπέρ της αποδέσμευσής μας από την ευρωζώνη. Πιο πειστικός εκφραστής αυτής της θέσης, κατά την άποψή μου, είναι ο Κώστας Λαπαβίτσας. Γι' αυτό τον λόγο θα εστιαστώ στη δική του προσέγγιση και δευτερευόντως στη υποστήριξη των θέσεών του από ένα ενδιαφέρον άρθρο του Στάθη Κουβελάκη («Ενθέματα», Αυγή της Κυριακής, 1.8.2010).
Στη έρευνα που δημοσίευσε ο Λαπαβίτσας, μαζί με την ομάδα Research on Money and Finance (RMF), παρουσιάζεται μια πολύ εμπεριστατωμένη ανάλυση για την πολιτική οικονομία του ευρώ. Εκεί η έμφαση δεν δίνεται τόσο στο ενιαίο νόμισμα όσο στους θεσμούς και τις οικονομικές πολιτικές που το πλαισιώνουν. Μεγάλο μέρος της ανάλυσης βασίζεται στον ρόλο του Συμφώνου Σταθερότητας και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και στην ασκούμενη δημοσιονομική και μισθωτική πολιτική της Γερμανίας. Το βασικό επιχείρημα, που το θεωρώ κοινό τόπο, είναι ότι σε αυτό το πλαίσιο είναι σχεδόν αδύνατον για την Ελλάδα, αλλά και για τις άλλες χώρες των PIGS, να ανταγωνιστούν, και ότι αυτό το πρόβλημα ανταγωνιστικότητας είναι πιο θεμελιακό από αυτό του χρέους.

 Θα μπορούσε το ευρώ να λειτουργήσει αλλιώς;

 Θα μπορούσε το ευρώ να λειτουργήσει αλλιώς σε ένα διαφορετικό πλαίσιο; Για παράδειγμα, αν η Γερμανία ασκούσε επεκτατική δημοσιονομική πολιτική και επέτρεπε σημαντικές αυξήσεις στους μισθούς των εργαζομένων, αυτό θα οδηγούσε σε μια σημαντική τόνωση για τις εξαγωγές των PΙGS, με συνέπεια να είναι πιο εύκολο η ανταγωνιστικότητα των οικονομιών της Νότιας Ευρώπης να επιτευχθεί χωρίς μείωση μισθών (ή, βεβαίως, με μέτρα που θα υποστήριζε η Αριστερά). Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι στην έρευνα του RMF αυτό το ενδεχόμενο δεν αμφισβητείται στο πεδίο των οικονομικών επιχειρημάτων. Αντιθέτως, το σενάριο του «καλού ευρώ», δηλαδή ενός ενιαίου νομίσματος με καλύτερο πλαίσιο, θεωρείται ανέφικτο στο πολιτικό πεδίο.
Παρουσιάζονται δύο επιχειρήματα. Το πρώτο βασίζεται στην εκτίμηση ότι ένα καλό ευρώ θα τραυμάτιζε τον ρόλο του ευρώ ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος (ενός νομίσματος δηλαδή που το κρατάν οι κεντρικές τράπεζες στα αποθεματικά τους). Δεν είμαι σίγουρος γιατί οι ερευνητές δίνουν τόση έμφαση σ' αυτό το επιχείρημα. Απλώς να σημειώσω ότι ούτε η Bundesbank, πριν από τη νομισματική ένωση, αλλά ούτε και η ΕΚΤ στη μετέπειτα περίοδο έχουν δώσει ιδιαίτερη βαρύτητα στο ρόλο του ευρώ ως αποθεματικού νομίσματος. Αντιθέτως, ένας τέτοιος ρόλος τους προβληματίζει, ακριβώς γιατί περιορίζει τη δυνατότητα αυτόνομης νομισματικής πολιτικής, και άρα δυσκολεύει τον αγώνα τους κατά του πληθωρισμού. Το δεύτερο επιχείρημα έχει να κάνει με τη δυσκολία να συντονιστούν σε μια προοδευτική κατεύθυνση τόσο διαφορετικές χώρες με τόσο διαφορετικά συμφέροντα. Θα επιστρέψω σε αυτό το επιχείρημα σε λίγο.
Στα άρθρα και τις συνεντεύξεις του Κώστα Λαπαβίτσα μετά τη δημοσίευση της έρευνας παρατηρώ μια σταδιακή, αλλά ευδιάκριτη μετατόπιση. Η προσοχή εστιάζεται στο ίδιο το ευρώ, και όχι τόσο πολύ στο γενικότερο πλαίσιο που το περιβάλλει. Η ριζική μετατροπή αυτού του πλαισίου αποτελεί κοινό τόπο -- για παράδειγμα, η πολιτική απόφαση στο πρόσφατο συνέδριο του ΣΥΝ μιλάει για επανίδρυση της οικονομικής και πολιτικής αρχιτεκτονικής της Ε.Ε. Σε μια τέτοια επανίδρυση δεν υπάρχει χώρος για ένα ενιαίο νόμισμα; Νομίζω πως η συζήτηση για αυτό το θέμα μένει να γίνει στην Αριστερά.
Να πω ότι εκ των προτέρων δεν θα έπρεπε να είμαστε ούτε υπέρ ούτε κατά των συστημάτων σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών. Θυμίζω ότι στη «χρυσή εποχή» του καπιταλισμού στις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού μετά τον Πόλεμο, όπου είχαμε και αναδιανομή του εισοδήματος, και το κοινωνικό κράτος και σχετικά πλήρη απασχόληση, υπήρχαν σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες (το σύστημα Bretton Woods). Τότε ο υπέρμαχος των ελεύθερων συναλλαγματικών ισοτιμιών ήταν ο γνωστός μονεταριστής Μίλτον Φρήντμαν (αλλά και ο Χάρρυ Τζόνσον). Ούτε αυτό είναι απόλυτο. Ο επίσης μονεταριστής Robert Mundel είναι γνωστός για την υποστήριξή του για ένα ενιαίο νόμισμα παγκοσμίως! Νομίζω ότι και στην Αριστερά υπάρχει  παρόμοια έλλειψη συμφωνίας. Απλώς νομίζω ότι ο Κώστας επηρεάζεται από μια παράδοση της βρετανικής Αριστεράς (τουλάχιστον από την εποχή της διαμόρφωσης της Εναλλακτικής Οικονομικής Στρατηγικής από την Αριστερά του Εργατικού Κόμματος τη δεκαετία του 1970) με εχθρική στάση ως προς τα συστήματα σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών -- εχθρική στάση που υιοθέτησαν βέβαια αργότερα και οι εκσυγχρονιστές (Μπλαιρ και Μπράουν) του New Labour.
Μέσα σε αυτό το κομφούζιο, όπου οι θέσεις τις οποίες υιοθετούν οι διάφοροι αναλυτές ως προς τα συστήματα συναλλαγματικών ισοτιμιών δεν ευθυγραμμίζονται με πολιτικές θέσεις, χρειάζεται να ξανασκεφτούμε τη στάση μας με βάση τις θεμελιώδεις αρχές. Στο σημείο που αναγνωρίζουμε ότι μερικά προβλήματα δεν λύνονται στο εθνικό επίπεδο, για παράδειγμα η αντιμετώπιση των διεθνών χρηματαγορών και των πολυεθνικών επιχειρήσεων, τότε χρειάζεται να εξετάσουμε αν συστήματα σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών μπορούν να αποτελέσουν μέρος των επιλογών μας. Πότε, για παράδειγμα, μια περιοχή χρειάζεται το δικό της νόμισμα; Αν η Ελλάδα χρειάζεται δικό της νόμισμα για να ανταγωνιστεί τις ισχυρότερες περιοχές, γιατί δεν το χρειάζεται, λ.χ., και ο νομός Ηπείρου, μια από τις πιο φτωχές περιοχές της ευρωζώνης; Να προσθέσω ότι η ύπαρξη πολλών νομισμάτων αυξάνει το κόστος συναλλαγής (συμπεριλαμβάνοντας την αβεβαιότητα που συνοδεύει την πιθανότητα για μελλοντικές μετατοπίσεις στις συναλλαγματικές ισοτιμίες) και διευρύνει το πεδίο κερδοσκοπικών δραστηριοτήτων. Συχνά οι ισοτιμίες των νομισμάτων παραμένουν πολύ μακριά από αυτές που χρειάζεται η πραγματική οικονομία. Επιπλέον, η Αριστερά παραδοσιακά θεωρούσε ότι το όπλο της υποτίμησης έδινε σε μια χώρα το πολύ μια περίοδο χάριτος μέχρι να μπορούν να δουλέψουν, μεσοπρόθεσμα, και δομικά μέτρα οικονομικής πολιτικής. Κανένα από αυτά τα επιχειρήματα δεν το θεωρώ καταλυτικό, ακριβώς επειδή το γενικότερο πλαίσιο έχει μεγαλύτερο βάρος από το καθεστώς συναλλαγματικών ισοτιμιών.
 Η γενικότερη στρατηγική της Αριστεράς
 Και βεβαίως αυτή η συζήτηση πρέπει να έχει αναφορά στη γενικότερη στρατηγική της Αριστεράς. Στην παρέμβασή του ο Στάθης Κουβελάκης θέτει δύο ζητήματα που πρέπει να συμπεριλαμβάνει μια τέτοια συζήτηση. Το πρώτο μάς θυμίζει ότι η ταξική αντιπαράθεση επηρεάζεται και από «τη σχέση του εθνικού σχηματισμού με τους υπόλοιπους, δηλαδή από τους όρους του ανταγωνισμού μεταξύ των εθνικών καπιταλισμών, τον διεθνή καταμερισμό εργασίας, και την ενδεχόμενη ρύθμιση αυτών των τάσεων από υπερεθνικά μορφώματα όπως η Ε.Ε.». Το δεύτερο παρουσιάζεται (αδίκως κατά την άποψή μου) ως κριτική στην παρέμβαση του Γιάννη Μηλιού και του Σπύρου Λαπατσιώρα, αλλά θέτει ένα εξίσου σημαντικό ζήτημα, ότι «ο συνολικός ταξικός συσχετισμός δύναμης δεν κρίνεται σε ένα απλό οικονομικό επίπεδο αλλά στο γενικό πολιτικό, και στην ειδική συμπύκνωση των σχέσεων κυριαρχίας που λέγεται κράτος».
Αλλά ο Στάθης Κουβελάκης στο άρθρο του δεν εξετάζει για ποιο λόγο αυτά τα δύο κορυφαία ζητήματα γέρνουν την πλάστιγγα υπέρ της αναγκαιότητας εξόδου από το ευρώ. Νομίζω ότι μπορεί κανείς να φτάσει στο αντίθετο συμπέρασμα, ακριβώς επειδή τα ζητήματα που θέτει είναι τόσο σημαντικά! Η διάρθρωση του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού είναι τέτοια που μπορούμε να είμαστε πιο αισιόδοξοι για το συσχετισμό δυνάμεων στο εθνικό από το υπερεθνικό επίπεδο; Η πολιτική γραμμή της στάσης πληρωμών και εξόδου από το ευρώ θα έχει τη δυνατότητα να κινητοποιήσει --και να ριζοσπαστικοποιήσει-- τον κόσμο της εργασίας σε τέτοιο βαθμό ώστε να αλλάξουν οι συσχετισμοί; Η εθνικοποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος αποτελεί επαρκές εργαλείο για να αντιμετωπιστούν οι χρηματαγορές;  Δεν υπάρχει φόβος η ηγεμονία να περάσει σ' αυτούς που βλέπουν την ανασυγκρότηση της οικονομίας με όρους έθνους και λαού; Δεν ισχυρίζομαι ότι όσοι και όσες βλέπουμε με σκεπτικισμό την έξοδο από το ευρώ έχουμε όλες τις απαντήσεις στα παραπάνω, και άλλα παρόμοια, ερωτήματα. Αλλά νομίζω ότι δεν λείπουν οι ταξικές αναφορές, οι αναλύσεις για τον ιμπεριαλισμό και το κράτος, και η προσπάθεια να δούμε πώς συνδυάζονται μάχες στο εθνικό με το υπερεθνικό επίπεδο.
***
Ασχολούμαι με το θέμα των συστημάτων συναλλαγματικών ισοτιμιών στη διδασκαλία και έρευνά μου πάνω από είκοσι χρόνια. Ποτέ δεν μου πέρασε από το νου ότι τα θέματα που προκύπτουν είναι θεμελιακά για τη στρατηγική της αριστεράς. Για αυτό το λόγο ελπίζω να με συγχωρέσουν οι δυο καλοί σύντροφοι που μιλάω για φετιχισμό του ευρώ. Στα άλλα ουσιαστικά ζητήματα που θέτουν πιστεύω πως θα βρούμε πολλές συγκλίσεις, αν και πάντα θα υπάρχουν διαφορές.
Ημερομηνία δημοσίευσης: 05/09/2010 
*Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος διδάσκει στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου